Το βιβλίο του χωριού μας
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. ΓΙΩΒΑΝΝΗΣ
1850 – 1936
==============
§
Συνήθεια παλιά ήταν στις μικρές κοινωνίες των χωριών μας
να βγάζουν κατά καιρούς μνήμες, πότε με τραγούδια, πότε με λόγια στις ξώθυρες, πότε
με μεσελέδες στα πεζούλια της εκκλησίας, πότε με γραφούμενα του παπά ή κάποιου
γραμματισμένου χωριανού στα παράφυλλα των εκκλησιαστικών βιβλίων. Μνήμες για
γεγονότα, τόπους, ανθρώπους, έθιμα και μορφές συμπεριφοράς του χωριού, όλα αυτά
δηλαδή που είναι η ταυτότητά μας.
Στις μέρες μας οι πόρτες έκλεισαν, αλλού
από την ξενιτιά κι’ αλλού από τον ‘’σύγχρονο’’ τρόπο ζωής, τον νάρθηκα και τα πεζούλια τα έπνιξαν τα κανάλια
της μοναχικής τηλεόρασης, το τραγούδι βγήκε στο εμπόριο και η κουβέντα έφυγε
από τον προορισμό της.
Παρ’όλα αυτά κάθε τόσο βρίσκονται
άνθρωποι με περίσσια αγάπη για τον τόπο τους και όλο με κάποιο γραπτό στις
εφημερίδες ή με κάποιο βιβλίο (σήμερα και στο διαδίκτυο),ξετυλίγουν παλιές
ιστορίες ‘’του τόπου τους και του καιρού τους’’.
Βέβαια
η ιστορία, η λαογραφία και όσες άλλες επιστήμες ασχολούνται με τα
περασμένα είναι οι μόνες αρμόδιες για τέτοια θέματα, αλλά κι’ αυτές οι μνήμες
των απλών ανθρώπων πόσες φορές δεν πρόσφεραν στις ιστορικές επιστήμες…..
Το χωριό μας, οι Γεωργουτσάτες της
Δρόπολης, είχε την τύχη να κατέχει εδώ και 80 περίπου χρόνια (1928) το βιβλίο
του Γεωργίου Π. Γιωβάννη σχετικά με το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία και άλλα
ιστορικά του χωριού.’ Ένα βιβλίο δικαίωσης και απολογισμού ενός πενηντάχρονου
αγώνα για τα δίκαια του μοναστηριού και του χωριού ,το οποίο παρ’ όλο το
προσωπικό ύφος που είναι γραμμένο, είναι η βασική πηγή για την ιστορία των
Γεωργουτσατών από το 1545 μέχρι το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα.
§
Ο Γεώργιος Π. Γιωβάννης γεννήθηκε το 1850 στους
Γεωργουτσάτες όπου και απέθανε το 1936 σε ηλικία 86 ετών. Διατηρούσε εμπορικό
κατάστημα(παντοπωλείο και είδη οικιακής και γεωργικής χρήσης) στο παλιό κέντρο
του χωριού και ήταν παραδοσιακά πακτωτής (ενοικιαστής) των μοναστηριακών και αγαλήδικων
χωραφιών. Από νεαρή ηλικία βρίσκετε κοντά στο μοναστήρι και τον ηγούμενο
Καλίνικο ,από τον οποίο μαθαίνει γράμματα και την ‘’ποιητική’’ τέχνη. Το 1872
περίπου αρχίζει να ασχολείται με τα κοινά του χωριού, εκλέγετε μέλος της
Μουχταροδημογεροντίας και πρόεδρος της εκκλησιαστικής επιτροπής ,θέσεις που
κατέχει περίπου ως τα 1922. Τα χρόνια αυτά το χωριό και το μοναστήρι βρήσκονται
σε προστριβές και δικαστικές εμπλοκές με τους ‘’ισχυρούς’’ μπέηδες του
Αργυροκάστρου, για τα ιδιοκτησιακά και τους Δροβιανίτες, για την διαχείρηση της
Μονής. Από την θέση ,που κατείχε στα κοινά και σαν επίμονος υποστηρικτής του δίκαιου του χωριού και της εκκλησίας,
βρέθηκε ανάμεσα σε δικαστές, κατήδες, αγάδες,
πολιτικούς, μητροπολίτες και κάθε εξουσία της εποχής του. Για να αποδείξει το
δίκιο της Μονής ή του χωριού έπρεπε να κατέχει κάθε σχετικό στοιχείο. Μαθαίνουμε από το βιβλίο του ότι παρουσίασε 13
φιρμάνια(αποφάσεις και διαταγές του οθωμανικού κράτους) ,το Χρυσόβουλο της
Μονής, μαρτυρίες και εκκλησιαστικές αποφάσεις της Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως και
του Πατριαρχείου. Ότι δηλαδή χρειάζεται στον νόμο και το δικαστήριο. Ο μόνος
τρόπος για να πλησιάσεις το βιβλίο του είναι να το δεις σαν απολογισμό των δικαστικών αγώνων που έκανε για τα κοινά.
Αν πούμε ότι αυτό είναι το πρώτο μέρος του βιβλίου στο δεύτερο αναφέρετε στις
ενέργειες για την οικοδόμηση της νέας κεντρικής Εκκλησίας του Αγ.Γεωργίου, όπου
σαν πρόεδρος της επιτροπής ανοικοδόμησης ,έφερνε όλο το βάρος και την ευθύνη της επιτροπής και ήταν το επίκεντρο των κρίσεων και των
επικρίσεων από φίλους και μη . Το ύφος γραφής έχει χαρακτήρα προσωπικού
απολογισμού σε όλο το βιβλίο. Οι παλιοί που το είχαν διαβάσει έλεγαν: ‘’όλο ο
κύριος Γιωβάννης και ο κύριος Γιωβάννης γράφει…’’.Αυτό έχει την εξήγησή του, την
οποία θα καταλάβουμε από το πώς προέκυψε η συγγραφή και η έκδοσή του.
§
Στην ‘’Ιστορική περίληψη’’ του μοναστηριού ,προσπαθεί να
αποδείξει με αδιάσειστα στοιχεία ότι το μοναστήρι ανήκε πάντοτε στους
Γεωργουτσάτες και ότι οι κάτοικοι αυτής της κοινότητας ήταν πάντοτε υπερασπιστές
του. Αυτό έγινε για τους Δροβιανήτες και τους λογίους τους ,οι οποίοι με τις
προσβάσεις που είχαν στον Ηπειρώτικο τύπο της εποχής προσπαθούσαν να πείσουν
τις εκκλησιαστικές αρχές ότι το μοναστήρι είναι καθαρά Δροβιανήτικο και ότι οι
Γεωργουτσατινοί δεν ήταν παρά εργάτες του και για όσους υποστήριζαν το αντίθετο
(Γ. Γιωβάννη, παπά Κώστα Μπούκα κ.ά.)δημοσίευαν συκοφαντικές ¨ανταποκρίσεις¨
επαίνους για τους αντιπάλους τους.
Όταν η ’’μάχη’’ με τους Δροβιανήτες
τέλειωσε υπέρ των Γεωργουτσατινών (οριστικά γύρω στα 1906),άρχισαν τα
εσωτερικά. Όπως συμβαίνει πάντοτε στις μικρές κοινωνίες υπάρχουν
μικροπαρατάξεις, παρεξηγήσεις και αλληλοκατηγορίες και πάλι όλοι μαζί ‘’νερό
κι’ αλάτι’’ όπως λέει η παροιμία. Οι παρεξηγήσεις και οι κατηγόριες
‘’φούντωσαν’’ με το κτίσιμο της εκκλησίας ,κατά το οποίο κρατούνταν και
πρακτικά. Όταν όλα τέλειωσαν και μάλιστα με επιτυχία γύρω στα 1922 ,η πίκρα των
κατηγοριών δεν μπόρεσε να ξεπλυθεί. Ζήτησε με επιστολή το 1920 από την
Μητρόπολη να εκδοθούν τα πρακτικά ανοικοδόμησης, αλλά η τοπική εκκλησία βρίσκονταν
τότε σε ανακατατάξεις και δικά της προβλήματα και αργότερα το 1927 του έστειλε
ένα επίσημο ευχαριστήριο και επαινετικό γράμμα. Τότε αποφάσισε να συγκεντρώσει
όλα όσα 50 χρόνια είχε μαζέψει σε ‘’χαρτιά’’ και σε ενθυμήσεις, να τα κάνει
βιβλίο, να κάνει και αυτό το έξοδο για την καλή του μνήμη….. Συμπαραστάτες στο έργο αυτό είχε τον γιό του
Φώτο, ο οποίος ήταν απόφοιτος του Σχολαρχείου (θα ήταν δάσκαλος αλλά λόγω της
βραδυγλωσσίας του ακολούθησε την τέχνη του σαγματοποιού-σαμαρά).Ο Γ. Γιωβάννης
με πολύ εξασθενημένη την όρασή του υπαγόρευε και ο γιός του έγραφε. Τα
χειρόγραφα τα επεξεργαζόταν και τα διόρθωνε ο γαμπρός του από κόρη Στέφανος Παπαχρήστου(Οικονόμου)
,ο οποίος ήταν τότε διευθυντής του Ελισσαβέτειου δημοτικού σχολείου Ιωαννίνων.
Ο Στ. Παπαχρήστου ήταν αξιόλογος
εκπαιδευτικός ,δίδαξε στο σχολείο της Δρόβιανης ,στη συνέχεια σε σχολεία της
Κωνσταντινούπολης από όπου και προσκλήθηκε από τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων
Σπυρίδωνα Βλάχο για να αναλάβει την διεύθυνση του Ελισσαβέτειου .’’Έχαιρε
εκτιμήσεως’’ στην Γιαννιώτικη κοινωνία. Γνώριζε καλά τις υποθέσεις του χωριού
,τόσο από τον πατέρα του τον παπά Χρίστο Οικονόμο, όσο και από τον πεθερό του
Γ. Γιωβάννη με τον οποίο είχε συνεργαστεί στις δύο επισκέψεις στην Κων/πολη για
θέματα της κοινότητας και του μοναστηριού. Ο οποίος και την έκδοση του βιβλίου
στο τυπογραφείο «ΙΩΝΙΑ».
- Την εποχή
που κυκλοφόρησε το βιβλίο το χωριό ήταν μοιρασμένο σε δύο ‘’παρατάξεις’’, την
μία αντιπροσώπευε ο Γεώργιος Γιωβάννης και την άλλη ο Στέφανος
Καραγκιούζης. Η σχέση των δύο αυτών αντρών ήταν παράξενη και ανεξήγητη. Ήταν
φίλοι, υποστηρικτές των ίδιων υποθέσεων και ιδεών και ταυτόχρονα βρίσκονταν
σε μια διαρκή αντιπαλότητα για μηδαμινά πράγματα (για το πού θα μπει το
κόμμα και η τελεία…).Όταν τελείωσε το κτίσιμο της Εκκλησίας σε μια
συνέλευση της επιτροπής ο Στ. Καραγκιούζης είπε «τον κύριο Γιωβάννη τον
βάλαμε πρόεδρο γιατί είχε άσπρα μαλλιά».Αυτή η κουβέντα (η οποία ακούγετε
ακόμη και σήμερα στο χωριό),έφερε τα επάνω…κάτω…Οι δύο άντρες δεν
ξαναμίλησαν ποτέ ως τον θάνατό τους και οι οικογένειές τους οι συγγενείς
και οι φίλοι τους δεν αντάλλαζαν
καλημέρα για χρόνια και μόνο μετά τον θάνατο του Στ. Καραγκιούζη (1930)
ηρέμησαν τα πνεύματα. Η άτιμη ‘’χωριατοϋπερηφάνια’’ και ο εγωισμός χάλασαν
μια πολύ στενή πολύχρονη φιλία ….
Ο εγγονός του Στ. Καραγκιούζη και
αδελφικός φίλος με τα παιδιά της οικογένειας του Γ. Γιωβάννη ,ο Βασίλης Ηλ. Καραγκιούζης,
έγραφε σε ένα γράμμα του από την Αμερική: «… Πήγαινα και συζητούσα πολλές φορές
με τον πάπο Γιώργη, μου άρεσε να μαθαίνω τα ιστορικά του χωριού. Μια μέρα ήταν καθισμένος
μπροστά από την πόρτα του ‘’θόλου’’(εννοεί το θολωτό κατάστημα του
Γ.Γιωβάννη),απέναντι από το μαγαζί του Φιλίππη Κύρου, ήταν σχεδόν τυφλός και
τον βοηθούσαμε όλα τα παιδιά με μεγάλο σεβασμό να κατεβεί στην Εκκλησία ,‘’την
Εκκλησία του’’. Πήρα θάρρος και του λέω: ’’πάπο Γιώργη τι είχε γίνει τότε με
τον πάπο μου τον Στεφάνη; ’’και με αναστεναγμό μου απάντησε : ‘’μη του ταράζεις
τα κόκαλα…’’.
- Το βιβλίο
,όπως προαναφέραμε ,τυπώθηκε το 1928 στα Ιωάννινα και κυκλοφόρησε κυρίως
στο χωριό, ίσως και σε κάποιους ‘’λόγιους’’ κύκλους από τον Στέφανο Παπαχρίστου. Όσα
αντίτυπά του έμειναν αδιάθετα βρίσκονταν στο σπίτι του παπά Χρίστου
Οικονόμου και κατά καιρούς δίνονταν ή πουλιόταν σε ενδιαφερόμενους. Στα
χρόνια που ακολούθησαν η πολιτική κατάσταση της Αλβανίας και οι νέες
συνθήκες που διαμορφώθηκαν για τον εκεί ευρισκόμενο Ελληνισμό, οι
ανακατατάξεις στην τοπική εκκλησία, ο πόλεμος και η δικτατορία που
ακολούθησαν και τέλος η επιβολή του αθεϊστικού καθεστώτος ‘’καταχώνιασαν’’
όλες τις παλιές συνήθειες και ήθη. Μετά το 1967 όσα αντίτυπα είχαν διασωθεί
στο χωριό ,μαζί με αυτά που ήταν αποθηκευμένα στο σπίτι του παπά Χρίστου,
πουλήθηκαν στον ‘’κρατικό γυρολόγο’’, που μάζευε χαρτί για ανακύκλωση. Τα
μεταπολεμικά χρόνια ελάχιστοι από τους νέους γνώριζαν την ύπαρξή του. Στα
μέσα της δεκαετίας του 1970 ,όταν απεβίωσε ο Στ. Παπαχρίστου στην Αθήνα ,ο
εγγονός του Γεώργιος Γρ. Γιωβάννης
βρήκε ένα αντίτυπο στην βιβλιοθήκη του. Από αυτό το αντίτυπο χάρη
στην τότε νέα σχετικά τεχνολογία των φωτοαντιγράφων κυκλοφόρησαν ένα ή δύο
φωτοαντίτυπα σε χωριανούς της διασποράς. Από αυτό το αντίτυπο έγινε μια
πρώτη δημοσίευση των ιστορικών της Μονής Πρ. Ηλίου στο λεύκωμα «Η
ΔΡΟΠΟΛΙΣ» που εκδόθηκε από την Ένωση Δροπολιτών Αθηνών «Ο ΔΡΙΝΟΣ» το
1980.Άλλα δύο αντίτυπα δωρήθηκαν από τον Φιλ. Π. Γιωβάννη στις βιβλιοθήκες
της Ε.Η.Μ. και του Ι.Β.Ε. στα Ιωάννινα και ακολούθησαν μερικά ακόμη για
συγγενείς και μελετητές οι οποίοι από την δεκαετία του 1980 και μετά
έδειχναν ενδιαφέρον για τα μοναστήρια της Ηπείρου και ειδικότερα για τους
αγιογράφους τους.
Σήμερα 4 είναι οι πανεπιστημιακές μελέτες
που αναφέρονται ή ασχολούνται με το Μοναστήρι μας :
Μία της κ. Ντούρτα για τους Λινοτοπίτες
Αγιογράφους στα μέσα του ’80.
Η δεύτερη είναι των ερευνητών Γεωργίου
και Κων/νου Γιακουμή οι οποίοι κατέγραψαν μετά το 1991 τα Ορθόδοξα μνημεία της
Αλβανίας ,όπου γίνετε αναφορά στο Μοναστήρι – έκδοση του 1994.
Η τρίτη είναι η πανεπιστημιακή εργασία
του κ. Κων/νου Γιακουμή για τον τίτλο DOCTOR OF PHILOSOFY στο πανεπιστήμιο Birmingham της Αγγλίας το 2002 ,η οποία αναφέρετε
στα μοναστήρια Βάνιστας, Γεωργουτσατών και Σπηλαίου Λιούτζης. Η εργασία αυτή
είναι καρπός πολυετούς έρευνας ,αποτελείτε από 2 τόμους και περίπου 900
σελίδες, και περιέχει την ιστορία , την κοινωνικοπολιτιστική προσφορά , την
οικονομική κατάσταση και την μνημειακή αξία των τριών αυτών μονών. Είναι
γραμμένη στην Αγγλική γλώσσα και θα ήταν ευχής έργο να την απολαύσουμε και στα
Ελληνικά.
Η τέταρτη είναι πολυτελής έκδοση του Ιδρύματος Μελετών Ιονίου
και Αδριατικού χώρου, με τίτλο : «Το έργο των Λινοτοπιτών ζωγράφων Μιχαήλ και
Κωνσταντίνου στην Επισκοπή Δρυϊνουπόλεως Βορείου Ηπείρου».Συγγραφέας του είναι
η Μαρία Π. Σκαβάρα και προλογίζει ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και Δυρραχίου κ. Αναστάσιος.
Στις πάνω από 700 σελίδες της έρευνας αυτής ,εκτός από τα εισαγωγικά –
ιστορικά, γίνετε αναφορά για τις αγιογραφίες των Μονών Γεωργουτσατών, Βάνιστας,
Τσιάτιστας, Σαρακίνηστας ,Σπηλαίου Λιούτζης και Στεγόπολης.
Στην Ηπειρώτικη ,και την επιστημονική βιβλιογραφία, βρίσκουμε
αρκετές αναφορές για το Μοναστήρι μας με κυριότερη του ακαδημαϊκού Παν.
Πουλίτσα το 1928 ,με την καταγραφή «Επιγραφών και ενθυμήσεων από την Βόρειο
Ήπειρο»,στην επετηρίδα βυζαντινών σπουδών.
Το βιβλίο του Γεωργίου Γιωβάννη
εξακολουθεί να είναι μοναδικό για την έρευνα των ιστορικών ,τόσο του
Μοναστηριού ,όσο και του χωριού μας,αλλά και για να καταλάβει κάποιος τον τρόπο
λειτουργείας των κοινοτήτων κ.ά. τα
χρόνια της τουρκοκρατίας.
Τελειώνοντας να διευκρινίσουμε στον
χωριανό αναγνώστη, ότι τα παραπάνω στοιχεία τα αναφέραμε για τον λόγο, ότι
πολλοί φίλοι της ιστοσελίδας «ΓΕΩΡΓΟΥΤΣΑΤΕΣ - ΔΕΡΟΠΟΛΗ» ήθελαν να γνωρίζουν τις
πηγές των δημοσιεύσεων που προηγήθηκαν, αλλά και αυτών που «συν Θεώ»θα
ακολουθήσουν.
Φ. Π. Γ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου